Ο Μαρξ, στον Πρόλογο στην Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας, γράφει:
"[Όταν] ……από μορφές ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων οι σχέσεις [ιδιοκτησίας] μεταβάλλονται σε δεσμά της, τότε έρχεται μια εποχή κοινωνικής επανάστασης"
Ας υποθέσουμε ότι όλα συμβαίνουν κατά πως μας τα καταμαρτυρούν οι άσπονδοι Ευρωπαίοι εταίροι μας κι οι εγχώριες εταίρες: είμαστε ένας λαός ανεπρόκοπος, μπαταξής, κοπρίτης, ένας λαός που επί δεκαετίες απομυζούσε τον "τίμιο ιδρώτα" του Βορειοευρωπαίου εργάτη για να ζει σε μια λάθρα τρυφηλότητα, ένας λαός αντιπαραγωγικός, μπαμπέσης, απατεώνας, ένας εκφυλισμένος ληστοσυρφετός που ξεγέλασε τους καλοπροαίρετους και πανέντιμους Ευρωπαίους και ταυτόχρονα παρέσυρε τους έντιμους πολιτικούς του, ως άλλος πονηρός όφις εντός του ευρωπαϊκου Παραδείσου, στην ακολασία και την ανεντιμότητα.
Ας υποθέσουμε ότι διακορεύσαμε την Ευρωπαία παρθένο, παρουσιαζόμενοι ως γαμπροί, ενώ στην πραγματικότητα ο σκοπός μας ήταν πονηρός.
Και;
Τι, άραγε, κερδίζει τώρα η αποπλανηθείσα παρθένος δένοντας έναν λαό ολόκληρο, αυτόν τον καταραμένο λαό όπως συμφωνήσαμε προς χάριν της συζήτησης, στο τζάγκερνωτ της ευρωπαϊκής τοκογλυφίας;
"Αφού δεν μπορούμε μόνοι μας, μας συνετίζουν βιαίως", θα απαντήσει ευκόλως ο "ευτυχής" χρήσιμος ηλίθιος.
Ωστόσο, για να "συνετισθεί" κάποιος, βασική προϋπόθεση είναι να παραμείνει ζωντανός. Δεν συνετίζονται οι νεκροί. Κι οι Έλληνες πεθαίνουν.
Αλλά, μεταξύ μας, αυτές οι φτηνές ηθικολογίες δεν αποτελούν παρά τον φερετζέ μιας πρόστυχης πόρνης, του αγοραίου νεοφιλελεύθερου καπιταλιστικού μοντέλου, που αποτελεί πλέον κυρίαρχο ιδεολογικό παράδειγμα της Ενωμένης Συμμορίας.
Στην πραγματικότητα, εκείνο που κερδίζουν οι σκιές που κυβερνούν την Ευρώπη, και τον κόσμο όλο, είναι χρήμα. Χρήμα κι εξουσία. Αλυσοδένοντας τους Έλληνες στον "Καύκασο" του χρέους και της υποταγής -είναι πραγματικά καταπληκτικό πράγμα η ελληνική μυθιστορία: με τη βοήθεια της Βίας και του Κράτους αλυσοδέθηκε ο Προμηθέας- οι ιεροφάντες της απάτης δεν επιζητούν την κάθαρση της νεοελληνικής "ύβρεως", αλλά την καθυποταγή των ευρωπαϊκών, και όχι μόνο, "αδύναμων κρίκων", των λαών εκείνων που, μη διαθέτοντας το απαιτούμενο "ειδικό βάρος", θα αποτολμήσουν να σκεφτούν πως θα ήταν ποτέ δυνατόν να σηκώσουν κεφάλι απέναντι στα νεοταξικά προστάγματα.
Και χρήμα βεβαίως. Δέκα δις ευρώ τον χρόνο κερδίζει (μόνο) η "συμπάσχουσα" Γερμανία απ' το νεοελληνικό "άχθος", το οποίο, ως γνωστόν, "έχει επικαθίσει στο σβέρκο του Γερμανού φορολογούμενου". Χώρια που, πατώντας πάνω στα ελληνικά αποκαΐδια, "ξεφόρτωσαν" οι πάντες τα χρηματοπιστωτικά πετσετάκια, που μέχρι τώρα αποτελούσαν τις ιερές "Γραφές" της αοράτου χειρός.
Δεσμώτες λοιπόν.
Δεσμώτες μιας επαίσχυντης πόρνης, της "αγοράς", που καμώνεται την παστρικιά.
Και ξέρετε ποιο είναι το χειρότερο; Ότι το δικό μας το συκώτι δεν ξαναφτιάχνεται· μια φορά θα μας το φάνε. Και μετά, εμείς θα τελειώσουμε, ανεξόφλητοι, για να δεθεί ο επόμενος.
"Καληνύχτα"
Στίχοι & Μουσική: Σωκράτης Μάλαμας
Eίν' ακριβός ο αέρας που φτύνεις,
ακριβό το ποτό και το πίνεις.
Tρύπιες τσέπες και μακό φανελάκι,
είν' ο κόσμος μπουκιά και φαρμάκι,
είν' ο κόσμος δροσιά κι αεράκι.
Λύσσα ο έρωτας, χάδι ο έρωτας,
κόκκινα μάτια μου μή με ρωτάς.
Στα 17 σου πηδάς το καλάμι,
στα 19 σου κανείς δεν σε πιάνει.
Tρεκλίζεις στο δρόμο, μεθάς με τον πόνο·
σε λίγα χρονάκια δεν ξέρεις πού πας.
Eνήλικο μούτρο ανοίγεις γραφείο.
Tα πεντοχίλιαρα μυρίζουν αιδοίο.
Γλυκά νανουρίζεις το ρήγμα π' ανοίγει,
το ξέρεις καλά η ζωή σου έχει φύγει·
συμβόλαιο στο πάθος που λήγει.
Θηλιά ο έρωτας, ανάγκη ο έρωτας,
καμμένα μάτια μου μη με ρωτάς.
Tρεκλίζεις στο δρόμο, μεθάς με τον πόνο·
φοβάσαι και ξέρεις πού πας.
Oλοι οι καριόληδες μια εταιρία.
Σάπια ηλικία και αδυναμία.
Γελάει ο χρόνος και λάμπει ανθισμένος
στο δρόμο σκοτώνει κι είναι κερδισμένος.
Σπάει το νήμα κι αναρωτιέσαι:
τόσα χρονάκια γιατί να τραβιέσαι;
Στάχτη ο έρωτας, μνήμη ο έρωτας,
γέρικα μάτια μου μη με κοιτάς.
Tρεκλίζεις στο δρόμο, μεθάς με τον πόνο·
σε λίγα χρονάκια το ξέρεις γερνάς.
Kαληνύχτα μαλάκα η ζωή έχει πλάκα,
έχει γούστο και φλόγα
είναι κάτι σαν ρόδα:
σε πατάει και σε παίρνει,
μόνο ίχνη σου σέρνει.
Για την αλίευση ο Περίοπας ,για τη συγγραφή ο Albatros
"Ωστόσο, για να "συνετισθεί" κάποιος, βασική προϋπόθεση είναι να παραμείνει ζωντανός. Δεν συνετίζονται οι νεκροί. Κι οι Έλληνες πεθαίνουν."
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ σωστά!!!